Δαγοβέρτος

Δαγοβέρτος
(Dagobert).Όνομα Φράγκων βασιλιάδων. 1. Δ. Α’ (610; – 638;). Βασιλιάς των Φράγκων (629-638), ο τελευταίος της δυναστείας των Μεροβιγγείων. Γιος του βασιλιά Κλοθαρίου Β’, έγινε το 622 συμβασιλιάς και πήρε την Αυστρασία. Μετά τον θάνατο του πατέρα του (629) έδωσε στον αδελφό του Καριβέρτο μόνο την Ακουιτανία (628) και αυτός κράτησε το μεγαλύτερο μέρος του βασιλείου. Το 630, μετά τον θάνατο του Καριβέρτου κυβέρνησε μόνος του το βασίλειο των Φράγκων. Βασιλιάς συνετός και ευσεβής, αποκατέστησε την ενότητα του βασιλείου και προσπάθησε να επιβάλει την τάξη στον δικαστικό, στον οικονομικό και στον εκκλησιαστικό τομέα, ενώ ανέπτυξε και το εμπόριο. 2. Δ. Β’, ο Νεότερος (652 – 678). Βασιλιάς των Φράγκων της Αυστρασίας (676-678) και άγιος της Δυτ. Εκκλησίας. Γιος του Σιγιβέρτου Γ’ και εγγονός του Δ. Α’, κλείστηκε μετά τον θάνατο του πατέρα του σε ιρλανδικό μοναστήρι από τον αυλάρχη Γριμοάλδο που ήθελε να ανεβάσει στον θρόνο τον γιο του Χιλδεβέρτο. Ο βασιλιάς της Γαλλίας Κλόβης Β’ πήρε εκδίκηση για τον Δ., σκότωσε τον Γριμοάλδο και κήρυξε έκπτωτο τον γιο του. Ο Δ. ανέβηκε στον θρόνο των Αυστρασιανών το 676 και βασίλευσε έως τη δολοφονία του το 678. 3. Δ. Γ’ (699 – 715). Βασιλιάς της Νευστρίας και της Βουργουνδίας (711-715). Γιος του Χιλδεβέρτου Γ’, διαδέχτηκε τον πατέρα του το 711 υπό την κηδεμονία του διάσημου αυλικού Παπίνου του Ερστράλ και μετά τον θάνατο αυτού, υπό την κηδεμονία της χήρας του Πλεκτρούδης (714-715). Τον διαδέχτηκε ο Χιλπερίχος Β’.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Μεροβίγγειοι — (Merovingiens). Η πρώτη χρονικά βασιλική δυναστεία της Γαλλίας, η οποία παρέμεινε στην εξουσία της χώρας από τον 5o αι. μ.Χ. έως τα μέσα του 8ου αι. μ.Χ. (752). Οι Μ. αποτελούσαν τους ηγέτες των Σαλίων Γάλλων. Το όνομά τους προέρχεται από κάποιον …   Dictionary of Greek

  • Σαιν - Ντενί — (Saint – Denis). 1. Πόλη (περ. 90 829 κάτ.) της Β. Γαλλίας, χτισμένη σε απόσταση 10 χλμ. από το Παρίσι, πάνω στη δεξιά όχθη του Σηκουάνα, που σχηματίζει εκεί έναν αρκετά μεγάλο κόλπο. Στην περιοχή υπάρχουν πολλές βιομηχανίες: μεταλλουργίες… …   Dictionary of Greek

  • Τουλούζη — (Toulouse). Πόλη της Γαλλίας (347.995 κάτ.). Η T., που είναι πρωτεύουσα του νομού του Άνω Γαρούνα, είναι χτισμένη κοντά στους πρόποδες των Πυρηναίων, στις όχθες του ποταμού Γαρούνα. Η πόλη γνωστή από την αρχαιότητα με την ονομασία Τολόσα αρχικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”